3.4 Η «μεγαλειότητα» του Αλέξανδρου του Μέγα, ή για πιο λόγο (δεν) θα έπρεπε να τον εκτιμούμε

Ο Αλέξανδρος Γ ́ χαίρει μεγάλης εκτίμησης ως μια από τις πιο σημαντικές ιστορικές φιγούρες στις εθνικές αφηγήσεις των δυο κρατών. Πολλοί άνθρωποι και στις δυο χώρες είναι περήφανοι που ο Αλέξανδρος Γ ́ είχε την ίδια εθνικότητα με αυτούς. Όμως για ποιο λόγο χαίρει τέτοιας εκτίμησης; Αυτή η σημαντική ερώτηση δεν τίθεται συχνά. Μήπως επειδή αποτελεί διάσημη ιστορική μορφή; Πολλοί άνθρωποι έχουν θετική άποψη για συγκεκριμένα πρόσωπα της ίδιας εθνικότητας μ’ αυτούς επειδή είναι διάσημα. Όμως, μιλώντας με ηθικούς όρους, αν κάποιος έχει κάνει ατοπήματα, θα έπρεπε να παραβλεφθούν λόγω εθνικότητας; Αν δεχτούμε ότι σε κάθε κοινωνία υπάρχουν «καλοί» και «κακοί», θα ήταν «λογικό» να εκτιμούμε τις «καλές» προσωπικότητες ανεξαρτήτου εθνικότητας. Μ’ αυτή τη λογική, δεν θα έπρεπε να δικαιολογούνται τα ατοπήματα των «κακών» απλά επειδή ανήκουν στο ίδιο «έθνος» με το συγκεκριμένο κοινωνικό σύνολο.

Μήπως θα έπρεπε να εκτιμήσουμε τον Αλέξανδρο Γ επειδή έχει κάνει κάτι «καλό» (ήταν ανθρωπιστής ή αλτρουιστής κτλ), και τι είναι αυτό το «καλό» που έχει κάνει; Πολεμούσε για την ελευθερία, ή μήπως κατακτούσε διάφορες ξένες προς αυτόν χώρες για προσωπική δόξα; Αν η πάλη για την ελευθερία θα μπορούσε να εκτιμηθεί από κάποιους/ες, σίγουρα δεν μπορεί να γίνει το ίδιο στην περίπτωση των κατακτήσεων για προσωπική δόξα και μη.

Η βιογραφία του Πλούταρχου για τον Αλέξανδρο τείνει να παρουσιάζει τη φιγούρα του Αλέξανδρου με θετική χροιά, αλλά οι προσεκτικοί αναγνώστες μπορούν να παρατηρήσουν αρκετά σημεία που εμφανίζουν μια άλλη προσωπικότητα. Κατ’ αρχάς, η επιθυμία του για προσωπική δόξα είναι περισσότερο από εμφανής. Ως νέος ζήλευε τις κατακτήσεις του πατέρα του για έναν «ενδιαφέροντα λόγο»: δεν θα άφηνε κανένα πεδίο για μεγάλες επιτυχίες στον Αλέξανδρο (Life of Alexander, 5). Άλλο τυπικό επεισόδιο της προσήλωσης του Αλέξανδρου στο κυνήγι της προσωπικής δόξας περιλαμβάνει την επιστροφή του από την Ινδία, όταν έφτασε στον ωκεανό. Εκεί έκανε μια θυσία στους θεούς και προσευχήθηκε κανένας άνθρωπος μετά από αυτόν να μην ξεπεράσει τα όρια της εκστρατείας του (Life of Alexander, 66). Η πιο αδίστακτη εκδήλωση της επιθυμίας του για δόξα ήταν η διάσχιση της ερήμου της Γεδρωσίας. Μετά από μια εξαντλητική πορεία εξήντα ημερών στην έρημο, λιγότερο από ένα τέταρτο του στρατού του κατάφερε να επιστρέψει από την Ινδία (Life of Alexander, 66). Σύμφωνα με τον Αρριανό, ο λόγος που επέλεξε να διαβεί με το στρατό του την έρημο ήταν ότι κανένας άνθρωπος – εκτός από τη βασίλισσα Σεμίραμις κατά την επιστροφή της από την Ινδία – δεν είχε καταφέρει να περάσει το στρατό του με ασφάλεια μέσα από αυτή την έρημο (Anabasis Alexandri 6.24.1-26.5).

Αρκετά γνωστή ήταν η αδιαφορία του για την ανθρώπινη ζωή, ακόμα και των πιο στενών συνεργατών του. Αρκετά γλαφυρά είναι τα ακόλουθα δυο επεισόδια που περιγράφουν δολοφονίες που έκανε ή διέταξε ο Αλέξανδρος: η δολοφονία του Κλείτου και οι δολοφονίες του Φιλώτα και του Παρμενίωνα. Ο Κλείτος ήταν στρατηγός του, που του έσωσε τη ζωή στη μάχη του Γρανικού και αργότερα έγινε στενός του φίλος. Μερικά χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια ενός γλεντιού, ο Κλείτος δυσανασχέτησε από την έλλειψη σεβασμού προς τους στρατηγούς και προς τον Φίλιππου Β ́, κάτι που ο Αλέξανδρος ανεχόταν. Έτσι, άρχισε να κάνει κριτική στον Αλέξανδρο. Όταν αυτός τον ρώτησε αν πίστευε πως δεν θα τιμωρηθεί για τα λόγια του, ο Κλείτος απάντησε ότι θα έπρεπε να επιτρέπει στους ανθρώπους να λένε ελεύθερα τη γνώμη τους, ειδάλλως να μην προσκαλεί ελεύθερους ανθρώπους, αλλά να ζήσει με βάρβαρους και σκλάβους που θα τον υπάκουαν. Ο Αλέξανδρος άρπαξε το δόρυ ενός από τους σωματοφύλακές του και τον σκότωσε (Life of Alexander, 50-51).

Η δολοφονία του Φιλώτα και του Παρμενίωνα είναι ακόμα πιο αποκρουστική, τοποθετώντας τον Αλέξανδρο δίπλα από το Μακιαβελικό είδωλο του Τσεζάρε Μποργία. Ο Φιλώτας ήταν επίσης ένας από τους πιο στενούς του φίλους, ο δε Παρμενίωνας, υπαρχηγός του στρατού και πατέρας του Φιλώτα. Το 330 π.Χ. ο Αλέξανδρος πληροφορήθηκε ότι ο Φιλώτας είχε εμπλακεί σε μια συνωμοσία εναντίον του. Ο Φιλώτας καταδικάστηκε από στρατοδικείο και θανατώθηκε. Θεωρώντας επικίνδυνο να αφήσει τον πατέρα του Φιλώτα να ζήσει, ο Αλέξανδρος διέταξε τη δολοφονία του Παρμενίωνα, ο οποίος βρισκόταν στη Μηδία (Life of Alexander, 49), χωρίς καμία απόδειξη ότι ο Παρμενίωνας εμπλεκόταν στη συνωμοσία. Πιθανώς ο Αλέξανδρος να θεώρησε ότι ο Παρμενίωνας, δυσαρεστημένος από το θάνατο του γιου του, θα αποτελούσε ισχυρή απειλή ειδικά τη στιγμή που διοικούσε ολόκληρο στρατό που βρισκόταν κοντά στο θησαυροφυλάκιο και στις γραμμές ανεφοδιασμού του Αλέξανδρου. Με μια καθαρά μακιαβελική λογική, ο Αλέξανδρος έστειλε τρεις έφιππους αξιωματικούς, οι οποίοι μαχαίρωσαν τον Παρμενίωνα επί τόπου, πριν αυτός μάθει τα νέα για το γιο του.

Κάποιοι/ες μπορεί να θεωρούν τα συγκεκριμένα περιστατικά, αν και ηθικά αμφισβητούμενα, μια τυπική συμπεριφορά για τα δεδομένα της εποχής του Αλέξανδρου. Οι σημερινοί ηθικοί κώδικες όμως μας συμβουλεύουν να μην εκτιμούμε αδίστακτους ανθρώπους, πολεμοχαρείς και κατακτητές, έτοιμους να κάνουν τα πάντα για την προσωπική τους δόξα, ακόμα και να θυσιάσουν ανθρώπινες ζωές. Επομένως, γιατί θα έπρεπε οι άνθρωποι που ζουν στην Ελλάδα και στη Δημοκρατία της Μακεδονίας να θαυμάζουν ένα τέτοιο πρόσωπο και να ανταγωνίζονται στο ψευδές δίλημμα «τίνος είναι»; Ο «Μέγας» Αλέξανδρος ή Αλεξάνταρ Μακεντόνσκι δεν ανήκει ούτε στο ελληνικό ούτε στο μακεδονικό κράτος, ήταν κατακτητής με την ίδια σημασία που έχει ο όρος και σήμερα. Ως τέτοιος δεν του αντιστοιχούν αγάλματα ούτε στη Θεσσαλονίκη, ούτε στα Σκόπια, ούτε πουθενά. Ήταν ένας πολεμοχαρής βάρβαρος που ενδιαφερόταν μόνο για κατακτήσεις και καταστροφές και δεν θα έπρεπε να δοξάζεται από κανέναν άνθρωπο ούτε στην Ελλάδα ούτε στη Δημοκρατία της Μακεδονίας.

Ίσως ο καλύτερος χαρακτηρισμός του Αλέξανδρου Γ ́ πηγάζει από μία ιστορία που κατέγραψε ο Αυγουστίνος. Ένας πειρατής είχε συλληφθεί από τον Αλέξανδρο. Όταν ο βασιλιάς τον ρώτησε με ποιο δικαίωμα διεκδικούσε την κατοχή της θάλασσας, του απάντησε με θάρρος: «Με ποιο δικαίωμα καταλαμβάνεις ολόκληρο τον κόσμο; Γιατί εγώ που το κάνω με ένα μικρό πλοίο, με αποκαλούν ληστή, ενώ εσύ που το κάνεις με ολόκληρο στόλο είσαι δημοφιλής αυτοκράτορας» (The City of God, Book IV, ch. 4). Οι ομοιότητες είναι καταφανείς.

Τα παραπάνω αποτελούν άλλο ένα εγχείρημα αποδόμησης των μύθων που πλάθει η κυρίαρχη ιστοριογραφία, αυτή τη φορά για τον Αλέξανδρο Γ ́. Ακόμα και να μην του είχαν αποδοθεί όλα αυτά τα ατοπήματα, ακόμα και να μην ήταν ένας αιμοσταγής πολέμαρχος, δεν θα άλλαζε τίποτα στη μελέτη της συμβολικής σημασίας της φιγούρας του Αλέξανδρου Γ ́. Η εθνική αφήγηση έχει συνδέσει τον Αλέξανδρο Γ ́ με ένα «ένδοξο» παρελθόν που έχει να επιδείξει τεράστιες αυτοκρατορίες και ηρωικές πράξεις, στρατολογημένο ώστε να δημιουργεί ρίγη συγκίνησης. Ο εθνικός μύθος βρίθει από γλαφυρές περιγραφές της «ανιδιοτελούς» αυτοθυσίας των Μακεδόνων στρατιωτών και του υποτιθέμενου θαυμασμού που έτρεφαν προς το πρόσωπο του Αλέξανδρου Γ ́, στοχεύοντας έτσι στην εξοικείωση με την αφοσίωση, την υποταγή και την αυτοθυσία.

Όσον αφορά την ίδια τη φιγούρα του Αλέξανδρου Γ ́, δεν λείπουν οι πομπώδεις αναφορές στην «ανωτερότητά» του50 σχετικά με την ικανότητα στη μάχη, τη στρατηγική, την πολεμική διορατικότητα, τη γενναιότητα51 και το ζήλο στην απόδοση δικαιοσύνης52 και απελευθέρωσης των σκλαβωμένων. Αυτά αποτελούν υλικά του ελληνικού και μακεδονικού μυθικού λόγου με τα οποία νοηματοδοτείται η φιγούρα του Αλέξανδρου Γ ́ ως νικητή, ισχυρού, προσώπου που φέρει σε πολλαπλάσιο βαθμό τα χαρακτηριστικά που αποδίδονται στον Φίλιππο Β ́.

Καθώς η κυρίαρχη ιστοριογραφία θέλει αυτούς τους «ήρωες» να έχουν ζήσει στην ίδια τοποθεσία που ζουν σήμερα Έλληνες, Μακεδόνες, Βούλγαροι και Αλβανοί, έχει κατασκευαστεί στα αντίστοιχα κράτη και ο αντίστοιχος εδαφικός δεσμός. Αυτό, αφενός επανανοηματοδοτεί διάφορα γεωγραφικά σημεία όπως οικισμούς και περιοχές53 και αφετέρου παρακάμπτει τεχνηέντως το γεγονός ότι οι αρχαίοι Μακεδόνες στρατιώτες αναμείχθηκαν με άλλους λαούς σε σημείο που να χάνεται η δυνατότητα προσδιορισμού ενός εδάφους ως μακεδονικού.

Ο μύθος της μακεδονικής εθνικής κληρονομιάς και του «επίλεκτου μακεδονικού έθνους», που λαμβάνει μεγαλύτερες διαστάσεις λόγω του μύθου της «χρυσής εποχής» κατά τα χρόνια του Αλέξανδρου Γ ́, έχει εδραιωθεί στη συλλογική μνήμη και είναι ο πυρήνας του σύγχρονου μακεδονικού και ένας από τους πυρήνες του σύγχρονου ελληνικού εθνικισμού. Μεγάλη σημασία για την επιβίωση του έθνους και του εθνικισμού έχει η διάχυση και μετάδοση του συμπλέγματος των εθνικών μύθων και συμβόλων στον πληθυσμό και στις μελλοντικές γενιές. Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από την κρατική εκπαίδευση που είναι γεμάτη εθνικές γιορτές, παρελάσεις, αλλά και με πλήθος αναφορών στο αρχαίο «ένδοξο παρελθόν» στα σχολικά βιβλία.

Πέρα από την εκπαίδευση, και οι διανοούμενοι συχνά δημιουργούν αναπαράγουν και συντηρούν εθνικούς μύθους (Smith 1981). Λειτουργούν ως διαχειριστές χρονικών που γεφυρώνουν το χάσμα μεταξύ της σύγχρονης και της παλιάς «χρυσής εποχής». Πρωταγωνιστές τους, φιλόλογοι, αρχαιολόγοι, ποιητές, λογοτέχνες και προπαντός ιστορικοί (Conversi 1995, Hutchinson 1987), που υποβαστάζονται από καλλιτέχνες (γλύπτες, ζωγράφους, μυθιστοριογράφους, μουσικούς, ηθοποιούς, μέχρι και θεατρικούς συγγραφείς και κινηματογραφικούς παραγωγούς) που αναλαμβάνουν το ρόλο των μεταλαμπαδευτών των εθνικών ιδεών και της σύνδεσης αυτών των ιδεών με το ένδοξο παρελθόν. Μ’ αυτό τον τρόπο μεταφέρουν το μύθο της ιστορικής συνέχειας. Με κάποιες εξαιρέσεις το σύνολο των διανοούμενων δεν ανήκει απαραίτητα σε μια συγκεκριμένη τάξη που επιδιώκει κάποια συμφέροντα, ούτε εκτελεί εντολές. Μάλλον είναι και οι ίδιοι φορείς των εθνικών ιδεών που αναπαράγουν. Τέλος, η τόσο διαδεδομένη απήχηση του εθνικισμού οφείλεται και στο ρόλο που παίζουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης κατά τη διαδικασία διαμόρφωσης της συναίνεσης54.

Οι εθνικοί μύθοι, μνήμες, αξίες, παραδόσεις και σύμβολα είναι τα εργαλεία του εθνικισμού με τα οποία προτάσσει την εθνική, φυλετική και την ανωτερότητα του βιολογικού φύλου, συμβάλλοντας έτσι στη διάκριση μιας κοινότητας ή ομάδας ανθρώπων από μια άλλη, ανεξαρτήτως κοινωνικού προσδιορισμού, ταξικής θέσης και πολιτικής συγκρότησης. Τις δύο τελευταίες δεκαετίες αυτή η διάκριση είναι και η επιδίωξη του ελληνικού και μακεδονικού κράτους που δεν έχουν πάψει μέχρι σήμερα να τροφοδοτούν την εθνικιστική φρενίτιδα.

 


 

50 Μια ανωτερότητα είτε πραγματική είτε φανταστική που δεν έχει σημασία παρά μόνο όταν παρουσιάζεται στο λόγο της κυριαρχίας. Επιστροφή

51 Προβάλλεται σε αντιδιαστολή με την εικόνα των Περσών που παρουσιάζονται ως δειλοί. Επιστροφή

52 Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η εκστρατεία του είχε συσχετιστεί με ευγενείς σκοπούς όπως αυτός της ελευθερίας, και ότι δικαιολογήθηκε με το πρόσχημα της διάλυσης της περσικής αυτοκρατορίας για να μην επαναλάβει τις επιθέσεις της. Το ίδιο μπορούμε να ισχυριστούμε για τη μικρασιατική εκστρατεία (1919-1922), που έγινε με την πρόφαση της πάταξης των άτακτων που παρενοχλούσαν τους Έλληνες της Σμύρνης. Επιστροφή

53 βλ. Πέλλα, Βεργίνα κτλ. Επιστροφή

54 Βλέπε: Herman, Edward S. and Noam Chomsky: “Manufacturing Consent. The Political Economy of the Mass Media”, New York 1988. Επιστροφή

 

Επιστροφή στις ενότητες

Κορυφή της σελίδας

 

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://ajde.espivblogs.net/2012/10/07/3-4-the-greatness-of-alexander-the-great-or-why-should-we-not-appreciate-him/?lang=el