2.4 Η Μακεδονία στους οθωμανικούς και νεότερους χρόνους: Το όνομα επιστρέφει στο παλιό του σπίτι

Στο τέλος του 14ου αιώνα, η βυζαντινή εξουσία είχε οριστικά εξαφανιστεί από τη Βαλκανική Χερσόνησο. Στην πραγματικότητα, ήδη από τα μέσα του 14ου αιώνα, η περιοχή του βυζαντινού θέματος της Μακεδονίας βρίσκονταν υπό την εξουσία του σέρβου βασιλιά και αυτοκράτορα Ντούσαν. Στα 1370, όταν οι Οθωμανοί εμφανίστηκαν στη Θράκη και πιο συγκεκριμένα στην κοιλάδα του Έβρου, δεν αντιμετώπισαν τους Βυζαντινούς, αλλά τους τοπικούς φεουδάρχες Volkashin και Uglesha. Μάλιστα, ο βασιλιάς Uglesha έλεγχε το μεγαλύτερο τμήμα του παλιού βυζαντινού θέματος της Μακεδονίας. Την περίοδο αυτή, το όνομα Μακεδονία εξαφανίστηκε οριστικά από τους πολιτικούς και διοικητικούς χάρτες της περιοχής. Μετά την κατάκτηση των πρώην βυζαντινών θεμάτων της Θράκης, Μακεδονίας, Στρυμονίας και Θεσσαλονίκης, οι Οθωμανοί δημιούργησαν μια μεγάλη διοικητική περιφέρεια που ονομάστηκε εγιαλέτι ή μπεηλερμπεηλίκι της Ρούμελης, ή σε κυριολεκτική μετάφραση Ρωμαϊκό εγιαλέτι. Για τους νέους κατακτητές αυτού του τμήματος των Βαλκανίων, το όνομα της Μακεδονίας δεν είχε κάποιο ειδικό βάρος, παρά μόνο έφερνε μια ασαφή και θρυλική χροιά. Στους πέντε αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας, το όνομα Μακεδονία δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά σε επίσημα αρχεία, ούτε αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη διοικητική μονάδα. Ακόμη, ποτέ δεν χρησιμοποιήθηκε για να ορίσει μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή.

Ωστόσο, το όνομα Μακεδονία, ως ιστορικό όνομα και ως σύμβολο, είχε παραμείνει ζωντανό καθ’ όλη τη μακρά περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας. Ειδικότερα, η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία, ως κατεξοχήν συντηρητικός θεσμός, διατήρησε τη μνήμη των παλαιών διοικητικών μονάδων. Οι αρχιεπίσκοποι της Οχρίδας μάλιστα, που ήταν ιδιαίτερα ισχυρές προσωπικότητες κατά τους πρώτους δύο αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας, αναφέρουν μερικές φορές το όνομα της Μακεδονίας στους επίσημους τίτλους τους32. Επίσης, το όνομα διατηρήθηκε μεταξύ των απλών ανθρώπων μέσω της προφορικής παράδοσης. Μετά το τέλος των Αυστρο-οθωμανικών πολέμων του 17ου αιώνα, μεγάλες μάζες χριστιανικού πληθυσμού, που είχαν υποστηρίξει τους Αυστριακούς διέσχισαν τον Δούναβη, και πέρασαν στην υπηρεσία των Αψβούργων ή κατέφυγαν στη Ρωσία. Κάποιες από αυτές οργανώθηκαν σε ξεχωριστές στρατιωτικές μονάδες και πολέμησαν στο πλευρό των Ρώσων και των Αυστριακών ενάντια στους «άπιστους Οθωμανούς» με σκοπό την απελευθέρωση της πατρίδας τους. Σε γραπτές πηγές της εποχής, ορισμένες από αυτές τις στρατιωτικές οργανώσεις αναφέρονται ως «Μακεδονικές Μονάδες» 33. Μάλιστα κάποιες από αυτές έφεραν σημαίες και πανό με το όνομα της Μακεδονίας! Αφενός, είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς πως διατηρήθηκε αυτή η παράδοση μετά από τόσους αιώνες λήθης, και αφετέρου, γιατί χρησιμοποιήθηκε από πληθυσμούς που προέρχονταν κατά κύριο λόγο από την περιοχή του Μεσαιωνικού Βασιλείου της Σερβίας, που βρίσκονταν στα βόρεια της αρχαίας Μακεδονίας. Επίσης, το όνομα της Μακεδονίας εμφανίζεται σε πολλά σλάβικα δημοτικά τραγούδια, όπως φαίνεται από καταγραφές των αρχών του 19ου αιώνα.

Από την άλλη πλευρά, η μνήμη του ονόματος της Μακεδονίας επέζησε και στους ελληνικούς κύκλους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Πολλοί από τους ισχυρούς Έλληνες της Κωνσταντινούπολης θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως περήφανους απογόνους των Μακεδόνων, όπως είχαν κάνει και οι βυζαντινοί αυτοκράτορες τον 9ο και 10ο αιώνα. Επίσης, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, τα επίσημα αρχεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας χρησιμοποιούσαν το όνομα για τα εδάφη που ήταν αρχικά υπό τη δικαιοδοσία της Αρχιεπισκοπής της Οχρίδας, και μετά τα μέσα του 18ου αιώνα, όταν οι περιοχές αυτές πέρασαν στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης το όνομα χρησιμοποιούνταν και από τους Έλληνες ιεράρχες. Έτσι, το όνομα της Μακεδονίας κατόρθωσε να επιβιώσει ως ιστορικό σύμβολο, τόσο ανάμεσα στους σλάβικους, όσο και ανάμεσα στους ελληνικούς πληθυσμούς, παρά το γεγονός ότι η επίσημη χρήση του ονόματος είχε εκλείψει για πάνω από πέντε αιώνες.

Ωστόσο, η πραγματική αναβίωση του ονόματος Μακεδονία έλαβε χώρα σταδιακά με την άφιξη της νεωτερικότητας. Οι ταξιδιώτες και οι πρεσβευτές της Δυτικής Ευρώπης επηρέασαν καταλυτικά τη διαδικασία αυτή. Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, ένας μεγάλος αριθμός ερευνητών από τη Δυτική Ευρώπη ταξίδεψε στις βαλκανικές επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με στόχο την εξερεύνησή τους. Πρόκειται για το κίνημα του ρομαντισμού που επηρέασε συνολικά την δυτική ευρωπαϊκή τέχνη και τον δυτικό πολιτισμό. Η αναζήτηση του αρχαίου παρελθόντος και πιο συγκεκριμένα η γοητεία της Κλασσικής Ελλάδας αποτέλεσαν τα κύρια χαρακτηριστικά του ρομαντισμού. Η εμφάνιση των πρώτων

σύγχρονων μελετών γύρω από τα αρχαία κείμενα προσέλκυσε πλήθος ταξιδιωτών, όπως τον Γάλλο πρόξενο της Θεσσαλονίκης, τον Th. Desdevises-du-Dezert, τον Ε. Coussinery, τον W. Leake, τον von Hahn και άλλους, οι οποίοι προσπάθησαν να εντοπίσουν μερικά από τα αρχαία τοπωνύμια ή τους λαούς που αναφέρονταν στις αρχαίες πηγές. Στην πραγματικότητα, η μνήμη της αρχαίας Μακεδονίας δεν είχε χαθεί ολοκληρωτικά στους ακαδημαϊκούς κύκλους της Δυτικής Ευρώπης. Γι’ αυτό το λόγο είναι δυνατόν να συναντήσει κάποιος χάρτες που χρονολογούνται πριν από την εξάπλωση του Ρομαντισμού στη Δυτική Ευρώπη και οι οποίοι αναγράφουν το όνομα της Μακεδονίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ένα χάρτης του 1715, όπου τα όρια της περιοχής που ονομάζεται Μακεδονία σχεδόν συμπίπτουν με τα σύνορα της αρχαίας Μακεδονίας, και όχι με εκείνα του θέματος της βυζαντινής Μακεδονίας34. Αρχικά, η αναβίωση των αρχαίων παραδόσεων ενδιέφερε κυρίως τους στενούς ακαδημαϊκούς κύκλους και η μελέτη τους είχε κατά κύριο λόγο ιστορική και γεωγραφική σημασία. Αλλά στις επόμενες δεκαετίες, αυτές οι παραδόσεις είχαν μια θεμελιώδη επίδραση στη κατασκευή των σύγχρονων εθνικών ταυτοτήτων στην περιοχή.

Στα μέσα του 19ου αιώνα, το νεοσύστατο ελληνικό έθνος-κράτος χρησιμοποίησε το ένδοξο παρελθόν της κλασικής Ελλάδας ως πηγή έμπνευσης για τη νέα ελληνική εθνική ταυτότητα, παρόλο που η Ορθόδοξη Εκκλησία με τη βυζαντινή κληρονομιά της συνέχιζε να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο. Για τους Έλληνες θεωρητικούς και κατασκευαστές της νέας εθνικής ταυτότητας, η αρχαία Μακεδονία θεωρήθηκε ως αναπόσπαστο κομμάτι της Ελληνικής πολιτιστικής και ιστορικής κληρονομιάς. Η ειρωνεία, σε σχέση με το σήμερα, είναι ότι οι έλληνες εθνικιστές των μέσων του 19ου αιώνα, είναι αυτοί που προώθησαν την ιδέα της αρχαίας Μακεδονίας, τόσο μεταξύ των Ελληνόφωνων, όσο και των Σλαβόφωνων πληθυσμών που ζούσαν βόρεια του ελληνικού βασιλείου. Ήδη από τα 1850, διανοούμενοι από τη σημερινή Δημοκρατία της Μακεδονίας, αποκαλούσαν την γη των συμπατριωτών τους ως Μακεδονία και μάλιστα είχαν προσπαθήσει να διαχωρίσουν τα αρχαία όρια της Άνω και της Κάτω Μακεδονίας. Έτσι, από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και έπειτα, η Μακεδονία εμφανίζεται στους περισσότερους χάρτες περίπου στη σημερινή θέση της. Πιο συγκεκριμένα, το μεγαλύτερο μέρος της συνοριογραμμής ακολουθεί τα σύνορα της αρχαίας ρωμαϊκής επαρχίας, εκτός από το βόρειο τμήμα, όπου η γραμμή επεκτείνεται για να περιλάβει την περιοχή που είναι γνωστή ως Παλαιά Σερβία, δηλαδή την περιοχή των Σκοπίων, του Κουμάνοβο και του Τέτοβο (των τριών βορειότερων πόλεων της σημερινής Δημοκρατίας της Μακεδονίας), και την άνω κοιλάδα του Στρυμόνα στη σημερινή Βουλγαρία. Φυσικά, όταν στο τέλος του 19ου αιώνα αναπτύχθηκε ένα εθνικό απελευθερωτικό κίνημα στη περιοχή, πήρε το όνομα της Εσωτερικής Μακεδονικής Επαναστατικής Οργάνωσης.

Συνεπώς, η αναβίωση της αρχαίας γεωγραφικής ονομασίας έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση του σύγχρονου εθνικιστικού κινήματος στην περιοχή που σήμερα βρίσκεται η Δημοκρατία της Μακεδονίας. Χάρη σε αυτή την εξέλιξη έγινε δυνατή η εμφάνιση μιας ξεχωριστής ταυτότητας, της σλαβομακεδονικής, μιας ταυτότητας διαφορετικής τόσο από την ελληνομακεδονική, όσο και από τη σερβική ή βουλγαρική εθνική ταυτότητα. Από την άλλη πλευρά, το ζήτημα της ονομασίας έπαιξε επίσης το ρόλο του στη διαμόρφωση της σύγχρονης ελληνικής εθνικής ταυτότητας.

Ολοκληρώνοντας, όλη η παραπάνω συζήτηση δε στοχεύει στην ανάλυση της σύγχρονης μακεδονικής ταυτότητας. Εκτός από το όνομα ως το κυρίαρχο ιστορικό σύμβολο, υπάρχουν αναμφίβολα μια σειρά από άλλους σημαντικούς παράγοντες που προσδιορίζουν την εθνική ταυτότητα. Στόχος μας είναι να τονίσουμε τη σημασία του ονόματος ως στοιχείου της σύγχρονης ελληνικής και μακεδονικής εθνικής ταυτότητας, καθώς και να παρουσιάσουμε τη δραματική ιστορία της χρήσης του όρου Μακεδονία είτε ως όνομα μιας πολιτικής οντότητας, είτε ως όνομα μιας επαρχίας, είτε ως όνομα μιας γεωγραφικής περιοχής. Όσον αφορά το όνομα αυτό καθ’ αυτό, έχουμε την εμφάνιση δύο παράλληλων ιστορικών και γεωγραφικών παραδόσεων. Από τη μια πλευρά την επί το πλείστον προφορική και λαϊκή παράδοση, που περιορίζεται στο σλαβόφωνο πληθυσμό των κεντρικών και νοτίων Βαλκανίων, και από την άλλη την ελληνική παράδοση που κατά κύριο λόγο αφορά τους εκκλησιαστικούς κύκλους της Κωνσταντινούπολης, αλλά και την πλούσια τάξη των Ελλήνων εμπόρων. Εντούτοις, μόνο υπό την επίδραση της δυτικοευρωπαϊκής διανόησης του 19ου αιώνα το όνομα της Μακεδονίας μπόρεσε να αναβιώσει. Έκτοτε, αποτελεί το σημείο τριβής ανάμεσα στις δύο αυτές διαφορετικές παραδόσεις που συγκρούονται μέχρι και τις μέρες μας.

 


 

32 Βλέπε: I. Snegaroff: “History of the Ochrid Arch-bishopric”, και J. Shea: “Macedonia and Greece: the struggle to define a new Balkan nation”. Επιστροφή

33 Βλέπε: A. Matkovski: “Macedonia’s coats of arms: a contribution to the Macedonian heraldic”. Επιστροφή

34 http://www.raremaps.com/gallery/enlarge/28032. Επιστροφή

 

Επιστροφή στις ενότητες

Κορυφή της σελίδας

 

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://ajde.espivblogs.net/2012/10/07/2-4-macedonia-in-the-ottoman-and-the-early-modern-periods-the-name-returns-to-its-old-home/?lang=el