Το όνομα Μακεδονία εμφανίζεται για πρώτη φορά το πρώτο μισό του 5ου αιώνα π.Χ. στα γραπτά του Ηρόδοτου28. Την περίοδο αυτή η Μακεδονία ήταν ήδη ένα εδραιωμένο βασίλειο με σημαντική πολιτική δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή. Παρόλο που ο Ηρόδοτος προβαίνει μόνο σε σύντομες αναφορές στο βασίλειο του Αλέξανδρου Α ́, και δεν αναφέρει τίποτα για την εδαφική του έκταση, θεωρείται ότι κατά την περίοδο των Περσικών πολέμων, η Μακεδονία εκτεινόταν στην ορεινή περιοχή της σημερινής βορειοδυτικής Ελλάδας, την περιοχή που αργότερα έγινε γνωστή από τους γεωγράφους ως Άνω Μακεδονία. Η σπονδυλική στήλη αυτού του αρχαίου βασιλείου ήταν ο ποταμός Αλιάκμονας (Bistritza) και οι παραπόταμοι του. Την περίοδο αυτή, το Βασίλειο της Μακεδονίας είχε ήδη επιδείξει ανοιχτά τις εδαφικές του αξιώσεις προς τα εύφορα εδάφη γύρω από το Θερμαϊκό κόλπο και κατά μήκος της κοιλάδας του Αξιού ποταμού (Vardar). Τα εδάφη αυτά κατοικούνταν από διάφορες φυλές που είτε αναγκάστηκαν να αφομοιωθούν, είτε εκδιώχθηκαν, όπως ακριβώς έγινε και στην περίπτωση της αρχαίας φυλής των Βοττιαίων (Botiai). Στο τέλος του 5ου αιώνα σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, ο Μακεδόνας βασιλιάς Περδίκας Β ́ υπερασπιζόταν από τους Θράκες την περιοχή της κάτω κοιλάδας του Αξιού, δηλαδή το νότιο τμήμα αυτού που είναι σήμερα η ∆ημοκρατία της Μακεδονίας. Ήταν επίσης δραστήριος στην περιοχή του Μοναστηρίου, την τελευταία περιοχή της Άνω Μακεδονίας που αντιστεκόταν στην ηγεμονία της δυναστείας των Αργεαδών29.Το γεγονός ότι η εξουσία των Μακεδόνων Βασιλέων εκτεινόταν κατά μήκος του κάτω Αξιού και του Θερμαϊκού κόλπου επιβεβαιώνεται από αλλεπάλληλα ιστορικά γεγονότα. Στην αρχή του 4ου αιώνα, ο βασιλιάς Αρχέλαος ίδρυσε στην Πέλλα, στην περιοχή της Κάτω Μακεδονίας, την νέα πρωτεύουσα του βασιλείου.
Η επόμενη φάση της επέκτασης του Βασιλείου της Μακεδονίας συνδέεται με τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Φιλίππου Β ́. Με τις επιθετικές στρατιωτικές του εκστρατείες διεύρυνε τα εδαφικά όρια του βασιλείου, καταλαμβάνοντας τη γη των ανεξάρτητων Λυγκιστών (Lynkestai), η οποία εκτείνονταν γύρω από τις σύγχρονες πόλεις της Φλώρινας (Lerin) και της Μπίτολα (Μοναστήρι). Επίσης, προσάρτησε την περιοχή της μέσης και κάτω κοιλάδας του ποταμού Στρυμόνα, και τελικά υπέταξε τις ανεξάρτητες Ελληνικές πόλεις στην παράκτια ζώνη της Χαλκιδικής. Είναι ενδιαφέρον ότι μέχρι αυτό το χρονικό σημείο, τα κατεκτημένα εδάφη αποτέλεσαν συστατικό στοιχείο της εδαφικής επικράτειας της αρχαίας Μακεδονίας. Οι μετέπειτα κατακτήσεις του Φιλίππου όμως, τόσο σε περιοχές που υπήρχαν ελληνικές πόλεις-κράτη, όσο και στη γη των θρακικών φυλών, ποτέ δεν θεωρήθηκαν ως εδάφη της αρχαίας Μακεδονίας. Το ίδιο και οι υπόλοιπες κατακτήσεις του Φιλίππου και του Αλέξανδρου Γ ́, που ακολούθησαν. Για τον Φίλιππο και τον Αλέξανδρο, ο εδαφικός πυρήνας του αρχαίου βασιλείου δεν είχε σταθερές αναφορές αλλά αποτελούσε μια προσωρινή επικράτεια, η οποία θα διευρυνόταν αυτόματα μόλις έφθανε η στιγμή για την παγκόσμια κυριαρχία. Και όταν αυτή η στιγμή έφθασε, ίσως η μόνη σημαντική θετική συνέπεια ήταν η μεγαλοπρεπής προώθηση του ονόματος Μακεδονία στην παγκόσμια ιστορική σκηνή. Αν η εκστρατεία του Αλέξανδρου Γ ́ στην Ασία δεν ήταν επιτυχής, το όνομα της Μακεδονίας θα είχε πιθανότατα πέσει σε απόλυτη λήθη μετά από μερικούς αιώνες, όπως συνέβη με την πλειονότητα των αρχαίων βασιλείων της περιοχής.
Μετά την κατάρρευση της αυτοκρατορίας του Αλέξανδρου και το τέλος της δυναστείας των Αργεαδών, οι νέοι ηγεμόνες του ευρωπαϊκού τμήματος της αυτοκρατορίας, οι Αντιγονίδες, βρέθηκαν σε έναν ριζικά διαφορετικό γεωπολιτικό πλαίσιο. Μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 3ου αιώνα π.Χ., τόσο ο πυρήνας του βασιλείου, όσο και οι γειτονικές περιοχές και ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού κόσμου είχε περιέλθει σε παρακμή και σε ένα βαθμό ερημώσει. Την κατάσταση αυτή ήρθε να επιδεινώσει ένας νέος πολιτικός παράγοντας στα βόρεια Βαλκάνια, οι Κέλτες, οι οποίοι τουλάχιστον σε μια περίπτωση κατόρθωσαν να εισβάλουν και να λεηλατήσουν το βασίλειο στο δρόμο τους προς τους ∆ελφούς, καθώς και στην επιστροφή τους. Αυτό το σημαντικό γεγονός προκάλεσε νέες μετακινήσεις πληθυσμών από τις κεντρικές και βόρειες περιοχές της Βαλκανικής χερσονήσου προς τις
αραιοκατοικημένες νότιες περιοχές. Έτσι, οι Αντιγονίδες, εκτός από τον ανταγωνισμό τους με τη συμμαχία των ελληνικών πόλεων-κρατών στα νότια, αναγκάστηκαν να δώσουν μεγαλύτερη προσοχή στα βόρεια σύνορα τους. Στην εποχή του Φιλίππου και του Αλέξανδρου, στα βόρεια της αρχαίας Μακεδονίας και στα εδάφη της σημερινής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, υπήρχε μια ισχυρή ένωση τοπικών φυλών, τα μέλη της οποίας είναι γνωστά από τα χρόνια της Ιλιάδας ως Παίονες. Αυτοί ήταν αρκετά ισχυροί ώστε να λειτουργούν ως ασπίδα κατά των βαρβαρικών φυλών του Βορρά, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η δεσπόζουσα θέση των Μακεδόνων. Κατά τη διάρκεια του 3ου αιώνα όμως, ο λαός αυτός έχασε την πολιτική και στρατιωτική του σημασία, και σιγά-σιγά αντικαταστάθηκε από άλλες φυλές των κεντρικών Βαλκανίων.
Η κατάσταση γίνεται ιδιαίτερα επισφαλής προς το τέλος του 3ου αιώνα, όταν η Ρώμη άρχισε να δραστηριοποιείται στην περιοχή και να αποτελεί ένα δυνητικό εχθρό της Μακεδονίας. Οι Ρωμαίοι με μια εκτεταμένη διπλωματική δραστηριότητα, κατόρθωσαν να στρέψουν κατά των Μακεδόνων τους βόρειους και δυτικούς γείτονές τους, δηλαδή τους Δαρδανούς και το βασίλειο της Ιλλυρίας. Οι καλά πληροφορημένες ιστορικές πηγές της εποχής, κυρίως ο Πολύβιος, κάνουν ελάχιστη μνεία για την αρχαία Παιονία, γεγονός που καταδεικνύει ότι η πολιτική της σημασία είχε ουσιαστικά εκλείψει. Παρόλα αυτά, εξακολουθεί να υφίσταται μέχρι το 217 π.Χ., όταν τελικά ο Φίλιππος Ε ́ κατέκτησε την πρωτεύουσα Βυλαζόρα30 (Bylazora) και προσάρτησε τα εδάφη των Παιόνων. Αυτή ήταν και η τελευταία εδαφική επέκταση της αρχαίας Μακεδονίας ως ανεξαρτήτου βασιλείου. Η επέκταση αυτή έφερε εντός των συνόρων του βασιλείου το μεγαλύτερο τμήμα της σημερινής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, το σύνολο της κοιλάδας του Αξιού και της γης κατά μήκος των δυτικών και ανατολικών του παραποτάμων. Οι Αντιγονίδες, και ιδιαίτερα τα τελευταία δύο μέλη της βασιλικής δυναστείας, ο Φίλιππος Ε ́ και ο γιος του Περσέας, είχαν εκστρατεύσει τόσο στην Ελλάδα, όσο και στη Θράκη και τη γη των Ιλλυριών βασιλέων, αλλά αυτές ήταν απλώς εκστρατείες αντιποίνων ή μέσα άσκησης της πολιτικής τους κυριαρχίας και όχι προσπάθειες επέκτασης των συνόρων.
Την παραμονή της ρωμαϊκής κατάκτησης των νότιων Βαλκανίων, τα σύνορα της Μακεδονίας είχαν ελάχιστα αλλάξει από τον καιρό του Φίλιππου Β ́ και Αλέξανδρου Γ ́, εκτός από τη βόρεια γραμμή τους. Κατά προσέγγιση, το βασίλειο εκτεινόταν από την οροσειρά της Πίνδου στα δυτικά, ως την κοιλάδα του ποταμού Νέστου στα ανατολικά. Στα νότια, τα προφανή σύνορα ήταν η ακτογραμμή του Αιγαίου και ο ορεινός όγκος του Ολύμπου. Αλλά στα βόρεια, τα σύνορα ήταν περισσότερο ασαφή και ρευστά, αν και αποτελεί κοινή συνισταμένη η υπόθεση ότι η βόρεια συνοριογραμμή διέτρεχε το μέσο των κοιλάδων του Αξιού, του Στρυμόνα και του Νέστου. Αυτοί οι ποταμοί διατρέχουν μια σειρά στενών και απροσπέλαστων φαραγγιών, που αποτελούν φυσικές, γεωγραφικές και κλιματολογικές συνοριακές ζώνες. Όπως είναι αναμενόμενο, οι ιστορικές πηγές δεν είναι τόσο καλά ενημερωμένες για το εσωτερικό της Βαλκανικής Χερσονήσου, όπως είναι για τον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Έτσι, η πολιτική κατάσταση στο εσωτερικό της περιοχής αυτής, την περίοδο που μελετούμε, είναι πολύ λιγότερο σαφής απ’ ότι στους ρωμαϊκούς χρόνους και αυτούς που ακολουθούν, όταν τα πολιτικά σύνορα καθιερώνονται ως νέα δεδομένα.
Συνοψίζοντας, παραμένει ασαφές πώς το όνομα Μακεδονία ταυτίσθηκε και όρισε το αρχαίο βασίλειο που κυβερνήθηκε από τις δυναστείες των Αργεαδών και των Αντιγονιδών. Παραδοσιακά, οι ιστορικοί και οι αρχαιολόγοι υπέθεταν ότι επρόκειτο για ένα εθνωνύμιο, χωρίς να μπορούν να εντοπίσουν με ακρίβεια την εδαφική επικράτεια όπου κατοικούσε ο λαός αυτός. Η μελέτη της ιστορίας και της εδαφικής επέκτασης της αρχαίας Μακεδονίας δείχνει ότι ο πυρήνας του αρχαίου αυτού βασιλείου συμπεριέλαβε περισσότερες φυλές και πληθυσμούς. Επομένως, δεν μπορούμε να μιλάμε για έναν ομοιογενή αρχαίο λαό που φέρει το όνομα Μακεδόνες. Είναι πολύ πιθανό ότι το όνομα αυτό αρχικά αναφερόταν σε μια κάστα πολεμιστών και ευγενών οι οποίοι ενωμένοι κάτω από ένα βασιλιά ήρθαν να κυριαρχήσουν στη βόρεια ακτή του Αιγαίου, και επέβαλαν το όνομά τους πάνω σε έναν αρχικά πολύ διαφορετικό και ετερογενές έδαφος.
28 Βλέπε: F. Papazoglou: “Les Villes Macedoniennes dans l’epoche Romain”, 1988. Πιο πολλές πληροφορίες περιέχει ο τόμος των J. Roisman and I. Worthington: “A companion to ancient Macedonia”, 2010 και πιο συγκεκριμένα το κεφάλαιο του P.J. Rhodes. Επιστροφή
29 Η δυναστεία (ή οίκος) των Αργεαδών, η οποία διήρκεσε από το 700 έως το 310 πΧ, αναφέρεται στους βασιλείς των αρχαίων μακεδόνων, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και οι Φίλιππος Β ́ και Αλέξανδρος Γ ́. Επιστροφή
30 Το σημερινό Βέλες (Veles) στη ∆ημοκρατία της Μακεδονίας. Επιστροφή
Πολιτική δημοσίευσης σχολίων
Στόχος αυτού του ιστότοπου είναι να αποτελέσει πεδίο γόνιμων συζητήσεων και αντιπαραθέσεων γύρω από τις έννοιες του έθνους και του εθνικισμού. Είναι σημαντικό όσοι/όσες ενδιαφέρονται να συμμετέχουν στο διάλογο να το κάνουν με συγκροτημένες απόψεις που να αντιστοιχούν στις θεματικές ενότητες που δημιουργήθηκαν. Ως εκ τούτου δεν ανταποκρίνεται στους σκοπούς αυτού του ιστότοπου η δημοσίευση σχολίων εκτός της εκάστοτε θέματικής ή με υβριστικό περιεχόμενο. Λόγω του διεθνικού χαρακτήρα του εγχειρήματος, παρακαλούμε τα σχόλια να συνοδεύονται από αγγλική μετάφραση, αν είναι εφικτό. Μπορείτε να στέλνετε τα κείμενά σας με την μορφή σχολίων χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα.