1.1 Ο χαρακτήρας των επαναστάσεων: «εθνικοαπελευθερωτικές» ή «αστικές»;

Η χειραφέτηση από την οθωμανική εξουσία ξεκίνησε από την περιφέρεια. ∆ύο ξεσηκωμοί στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα αξίζει να χαρακτηριστούν επαναστάσεις: των Σέρβων της επαρχίας του Βελιγραδίου το 1804 και των Ελλήνων, με έδρα την Πελοπόννησο και τα νησιά, το 1821. Και οι δύο αυτές περιφέρειες βρίσκονταν σε επαφή με την Ευρώπη, είτε με τη μορφή της άμεσης γεωγραφικής γειτνίασης, όπως στην περίπτωση των Σέρβων, είτε μέσω ενός εκτεταμένου δικτύου κοινοτήτων της διασποράς και έντονης εμπορικής επικοινωνίας, όπως στην περίπτωση των Ελλήνων. Και στις δύο περιπτώσεις, οι επαναστάσεις πραγματοποιήθηκαν σε εδάφη που στο γύρισμα του αιώνα απολάμβαναν μία οικονομική ανάκαμψη, την οποία ακολούθησε μία περίοδος επιδείνωσης των συνθηκών αλλά και ριζοσπαστικοποίησης του πληθυσμού, ως αποτέλεσμα των πολέμων και των ταραχών. Τέλος, και στις δύο περιπτώσεις, ο αγώνας της εθνικής ανεξαρτησίας ήταν ένα διπλό κίνημα: της ελίτ που έρχεται από το εξωτερικό και των ντόπιων ελίτ. ∆ίπλα σ’ αυτούς βρίσκεται η μεγάλη μάζα του αγροτικού πληθυσμού.

Η σερβική εξέγερση του 180410 είναι το πρώτο επεισόδιο της σειράς των επαναστάσεων του 19ου αιώνα στα Βαλκάνια. Ήταν πράγματι μια εξέγερση με καθαρά εθνικούς προσανατολισμούς και απώτερο στόχο την απελευθέρωση από τον Τούρκο δυνάστη, όπως αυτή παρουσιάζεται στην εθνική αφήγηση; Σαφώς όχι. Για το λαό το αίτημα ήταν η επιστροφή στον κοινοτικό τρόπο ζωής που είχε διαταραχθεί από τους πολέμους της Πύλης με την Αυστρία και τη Ρωσία στα τέλη του 18ου αιώνα και την αναρχία που ακολούθησε με την εγκατάσταση των γενίτσαρων11 και την αυθαιρεσία που τη συνόδευσε. ∆εν ήταν μια εξέγερση εναντίον του σουλτάνου, η εξουσία του οποίου ουσιαστικά δεν εμπόδιζε αυτόν τον τρόπο ζωής, αλλά μια στάση των χριστιανών απέναντι στους μουσουλμάνους σφετεριστές. ∆ίπλα στο λαό ήταν οι κνεζ (τοπικοί προύχοντες), οι έμποροι και οι μορφωμένοι Σέρβοι της διασποράς (κυρίως της Ουγγαρίας), που έβλεπαν την εξέγερση ως μέσο για την οικονομική και κοινωνική τους ανέλιξη και την αντικατάσταση των παλιών δομών με τον κόσμο της αγοράς. Αρχηγός της πρώτης φάσης της σερβικής εξέγερσης αναδείχθηκε ένα μέλος της ανερχόμενης εμπορικής τάξης, πρώην κλέφτης και επιτυχημένος έμπορος χοίρων με τεράστια περιουσία, ο Γεώργιος Πέτροβιτς- Καρατζόρτζεβιτς, σηματοδοτώντας το πέρασμα από την πατριαρχική αγροτική αυτοδιοίκηση σε μια αστική κοινωνία.

Πρωταγωνιστής της δεύτερης φάσης της σερβικής εξέγερσης, και μετέπειτα πρίγκιπας και βασιλιάς της Σερβίας, ήταν ο Μίλος Ομπρένοβιτς. Το προσωπικό όφελος του Μίλος από τη διαδικασία αυτή ήταν τεράστιο, καταδεικνύοντας τα οφέλη που αποκομίζουν οι ελίτ από εθνικοαπελευθερωτικές διαδικασίες που γίνονται προσχηματικά για το καλό και το συμφέρον όλων. Το 1840 ήταν ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Ευρώπης και κατείχε το μονοπώλιο του αλατιού σ’ ολόκληρη τη Σερβία. Η μεταρρύθμισή του στέφθηκε από απόλυτη επιτυχία. Και βάσει της συνειδητής επιλογής του Ομπρένοβιτς υπέρ της ατομικής ιδιοκτησίας, η σερβική επανάσταση μετέτρεψε την κοινοτική οργάνωση της οθωμανικής επαρχίας σε μια εθνική οικονομία μικρής ατομικής ιδιοκτησίας. Η κατάλυση της τουρκικής διοίκησης, που επέτρεπε μόνο σε Τούρκους την άσκηση κάποιων επαγγελμάτων, έδωσε τη δυνατότητα στους Σέρβους να γίνουν ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτό ενίσχυσε την νέα αστική κοινωνία.

Αντίστοιχα χαρακτηριστικά έχει και η ελληνική επανάσταση του 1821. Πρωταγωνιστικό ρόλο στην υποκίνηση της ελληνικής επανάστασης διαδραμάτισε η Φιλική Εταιρεία. Αλήθεια, ποια ήταν τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των ανθρώπων που συγκρότησαν αυτήν την οργάνωση; Το 54% των μελών της ήταν έμποροι, 13% ελεύθεροι επαγγελματίες, 12% προύχοντες, 9,5% κληρικοί, 9% αρματολοί και κλέφτες και μόλις 0,6% αγρότες (Κοππά, 2002). Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Έλληνες αποτελούσαν ήδη ένα είδος διαβαλκανικής αστικής τάξης. Είχαν ουσιαστικά ιδρύσει μια εμπορική αυτοκρατορία στα πλαίσια της οθωμανικής αυτοκρατορίας (Daikin, 1973). Κατά τον 18ο αιώνα κατείχαν τα τρία τέταρτα του διαμετακομιστικού εμπορίου στην ανατολική μεσόγειο (Σβορώνος, 1956). Οι έμποροι ήταν λοιπόν οι πρωτοπόροι της ελληνικής επανάστασης και η συμμετοχή τους σε τέτοιο ποσοστό δίνει έναν τόνο περισσότερο αστικό, παρά εθνικοαπελευθερωτικό. Η Φιλική Εταιρεία επέλεξε ως τόπο διεξαγωγής της επανάστασης την Πελοπόννησο. Γενικά, η τουρκική κατοχή στην περιοχή δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μια στρατιωτική παρουσία σε ορισμένες πόλεις και οχυρές θέσεις. Σε πληθυσμό 400.000 κατοίκων οι Τούρκοι αποτελούσαν μόλις το 10% (Daikin, 1973). Η οθωμανική κυριαρχία ήταν προτιμότερη από την ενετική γιατί οι φόροι ήταν ελαφρότεροι, η διοίκηση λιγότερο ικανή και επομένως λιγότερο αυστηρή και οι μουσουλμάνοι πολύ πιο ανεξίθρησκοι από τους καθολικούς.

Παρά τον φαινομενικά ενιαίο σκοπό για τον οποίο οι Έλληνες άρχισαν την επανάσταση, υπήρξε μια ποικιλία στόχων, και τέτοια σύγκρουση συμφερόντων, ώστε κατά τη διάρκεια του αγώνα η ιδιοτέλεια, η τοπικότητα και η εμφύλια σύγκρουση έγιναν συνώνυμα της κινητοποίησης. Οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις ήθελαν την οθωμανική κοινωνία χωρίς τους Τούρκους, οι έμποροι ήθελαν αστικό κράτος για την ικανοποίηση των συμφερόντων τους, οι στρατιωτικοί (αρματολοί – κλέφτες12) ήθελαν να αποκτήσουν για λογαριασμό τους αντίστοιχες ανεξάρτητες σατραπείες και να γίνουν μικρογραφίες του Αλή-Πασά. Τα χαμηλότερα στρώματα ήθελαν να βελτιώσουν τη θέση τους, να γλιτώσουν από τους φόρους, να γίνουν ιδιοκτήτες και ν’ αυξήσουν την έκταση της γης που καλλιεργούσαν. Πάντως, ο λαός σε τέτοιες περιπτώσεις ενεργοποιείται περισσότερο από τον παράγοντα φόβο παρά από τα οφέλη που ενδεχομένως θα λάβει. Ανάμεσα στις φτωχότερες και τις πλουσιότερες τάξεις υπήρχε πάντα η σύγκρουση. Ο λαός δεν αποτελούσε μια ομοιόμορφη τάξη, και δεν είχε αρχηγούς, ούτε διανοούμενους ή πολιτικούς να τον καθοδηγήσουν. Αρχηγοί του τελικά ήταν οι τοπικοί προύχοντες, πού βρίσκονταν πολύ ψηλότερα στην κοινωνική κλίμακα και με τους οποίους τον ένωναν πελατειακές σχέσεις και σχέσεις πατρωνίας.

Όσον αφορά την Εκκλησία, πέρα από αρκετές περιπτώσεις ενεργούς συμμετοχής κατά κύριο λόγο κατώτερων κληρικών στο κίνημα, σε γενικές γραμμές η θέση της εκκλησίας και του Πατριαρχείου ήταν αντιδραστική. Αυτή η στάση πηγάζει από την θεσμική σχέση του Πατριαρχείου με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ουσιαστικά, ο πατριάρχης ήταν ο υπουργός της Πύλης επί των χριστιανικών υποθέσεων. Έχαιρε πλήρους αυτονομίας, εμπιστοσύνης και σεβασμού από τον σουλτάνο, και η εξουσία του είχε αναβαθμιστεί σε σύγκριση με την προηγούμενη, βυζαντινή περίοδο. Η οικονομική και πολιτική ισχύ της εκκλησίας αυξήθηκε, καθώς εξαιρέθηκε από την καταβολή φόρων και ανέλαβε τις πολιτικές εξουσίες που αφορούσαν τη διευθέτηση εσωτερικών ζητημάτων του χριστιανικού μιλιέτ. Με λίγα λόγια, η εκκλησία ήταν ένας από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς της αυτοκρατορίας και λειτουργούσε ως όργανο νομιμοποίησης της οθωμανικής εξουσίας.

Συμπερασματικά, οι τοπικές ολιγαρχίες και ελίτ είδαν την επανάσταση ως την ευκαιρία για να εγκαθιδρύσουν την εξουσία τους σε αντικατάσταση της τούρκικης εξουσίας. Υπό αυτό το πρίσμα, οι «εθνικοαπελευθερωτικές» επαναστάσεις στην Σερβία και στην Ελλάδα ήταν περισσότερο «αστικές» παρά «εθνικές» Για το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού η ζωή δεν άλλαξε δραματικά, ούτε καλυτέρευσε όταν η εθνική κυριαρχία «αποκαταστάθηκε». Η κοινοτική οργάνωση εξακολουθούσε να εμπνέει τους αγροτικούς πληθυσμούς και οι νέες «εθνικές ταμπέλες» δεν ήταν σε θέση να τους κινητοποιήσουν. Χρειαζόταν επομένως μια νέα συγκεντρωτική εξουσία και μια νέα ιδεολογία για να τους εντάξει ολοκληρωτικά στο νέο κοινωνικό σχηματισμό και στις ανάγκες πλέον της αγοράς. Την αποστολή αυτή ήρθε να εκπληρώσει το νεωτερικό κράτος, με σημαία του φυσικά τον εθνικισμό.

 


 

10 Η πρώτη φάση της σερβικής επανάστασης διαρκεί από το 1804 έως το 1813, ενώ η δεύτερη ξεκινά το 1815 και τερματίζεται οριστικά το 1834. Επιστροφή

11 Γενιτσαροκρατία, 1801-1804. Επιστροφή

12 Οι κλέφτες λήστευαν τόσο τους χριστιανούς όσο και τους μουσουλμάνους, αλλά η λαϊκή φαντασία και αργότερα η εθνική μυθοπλασία τους μετέτρεψε σε υπερασπιστές των Ελλήνων καταπιεζόμενων που αγωνίζονταν εναντίον των Τούρκων καταπιεστών. Επιστροφή

 

Επιστροφή στις ενότητες

Κορυφή της σελίδας

 

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://ajde.espivblogs.net/2012/10/07/1-1-the-revolutions-national-liberating-or-bourgeois/?lang=el

2 σχόλια

  1. Το πολύ ενδιαφέρων πόνημα έχει μια «χτυπητή» αδυναμία (ή κενό, αν θέλετε) και ως εκ τούτου είναι ελλιπές.

    Και εξηγούμαι: Ενώ, οι συγγραφείς του αριστερίστικου πονήματός επιθυμούν –πολύ σωστά- να εστιάσουν στα κοινά χαρακτηριστικά που ενώνουν (ή χωρίζουν, αν θέλετε) τους λαούς των Βαλκανίων, κάνουν το ΣΟΒΑΡΟΤΑΤΟ ΛΑΘΟΣ να αγνοούν παντελώς το σημαντικό ρόλο των θρησκειών οι οποίες επηρεάζουν καθοριστικά (άλλοτε θετικά, άλλοτε αρνητικά) τους ανθρώπους, και, κατ’ επέκταση τις εξελίξεις στον βαλκανικό χώρο και όχι μόνο.

    Είναι μέγα λάθος –στο πόνημα- η αγνόηση και η παντελής έλλειψη αναφοράς και ανάλυσης στο ρόλο που παίζουν οι θρησκευτικές πεποιθήσεις στους λαούς των Βαλκανίων (Χριστιανών, Εβραίων, Μουσουλμάνων κ.ο.κ.) Δεν είναι μόνο ο καπιταλισμός και οι ταξικές διαφορές που ενώνουν ή χωρίζουν τους ανθρώπους.

    Είτε το θέλουμε είτε όχι, οι θρησκείες άλλοτε ενώνουν κι άλλοτε χωρίζουν έθνη, λαούς και ανθρώπους. Οι θρησκευτικές πεποιθήσεις παίζουν καθοριστικό ρόλο. Κοντολογίς, είτε το θέλουμε είτε όχι, ο θρησκευτικός παράγοντας “παίζει” καθοριστικό ρόλο στις σχέσεις των βαλκανικών εθνών και ως εκ τούτου πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη, με ευαισθησία και σεβασμό, κι όχι να αγνοείται επιδεικτικά…

    Your very interesting work has an “obvious” weakness (or missing point if you prefer) and therefore I consider it to be deficient.

    I explain myself: While the leftist writers of this work want -very correctly- to focus on the common characteristics that unite (or seperate if you prefer) the peoples of the Balcans, they do a VERY SERIOUS MISTAKE to completely ignore the important role of religions which influence decisively (some times positively, some times negatively) people and therefore the evolution of events in the balcans and not only.

    It is a big mistake -in the book- to ignore and failing to refer to and analyze the role that religious beliefs play in the etpeople of the Balcans (Christians, Jews, Muslims, etc). It is not only capitalism and the class differences that unite or seperate the peoples.

    Whether we like it or not, religions sometimes unite and sometimes seperate nations, peoples and individuals. Religious beliefs play a crucial role. In short, whether we like it or not, the factor of religion plays a crucial role in the relationships between balcan nations and therefore should be taken under serious consideration, and not to ignore it ostentatiously…

  2. Општ одговор

    Сличностите и разликите помеѓу населението од една и друга национална држава не можат да се сметаат за „дадени“ или „статични“. Истите се градат, се нагласуваат или ублажуваат во зависност од политичките околности. Тоа е основната теза што ја предлага оваа книга. Оттаму, не постои причина поради која религијата би ја разгледувале независно. Религиите се важен елемент на секоја национална држава преку „формализирањето“ на црковната институција и нивното воведување во јатката на секој национален идентитет. Токму поради тоа секоја национална држава има потреба да создаде своја национална црква. Во книгава црквата се третира како идеолошки механизам во служба на државата. На овој начин се прикажува нејзината улога во историјата.
    Би сакал да дадам и една општа забелешка врзана со критиките од некои други коментари на оваа веб страница. Една од основните работи која нè натераа да ја создадеме книгава беше потребата да се научи нешто од историското искуство. За да го направиме тоа важно е да искажеме мислење за национално-ослободителните борби и каков било иридентизам. Како прво, национално-ослободителните борби се во судир со борбата за социјална еднаквост затоа што се принудени да ги спротистават експлоатираните класи од една нација со оние од другата, за да ја ослободат или бранат нивната татковина. Како второ, нивната форма на организација е институционализирана и на тој начин создава хиерархискиски организирани бирократски јадра кои го содржат јадрото на институцијата на новосоздадената власт. Според тоа, национално-ослободителните борби имаат за цел да ја преземат власта и да го одбранат од странскиот капитал развојот на „национална“ висока класа, на национален капитал. За крај, мора да имаме предвид дека секаде онаму каде што национално-ослободителните фронтови успеале да ги создадат нивните национални држави, тие го зачувале старото социјално уредување, односно постоечките односи на доминација и угнетување.

    Mία γενική απάντηση

    Οι ομοιότητες και οι διαφορές μεταξύ των πληθυσμών των εθνών-κρατών δεν είναι δεδομένες αλλά κατασκευάζονται, τονίζονται ή αμβλύνονται ανάλογα με την εκάστοτε πολιτική και κοινωνική. Αυτό είναι ένα βασικό επιχείρημα που τονίστηκε σε αυτό το βιβλίο. Έτσι και η θρησκεία είναι ένα χαρακτηριστικό που δεν έχει νόημα να το αντιμετωπίσουμε αυτόνομα. Η θρησκείες αποτελούν συστατικό στοιχείο του κάθε έθνους κράτους μέσω της «επισημοποίησής τους» από τον θεσμό της εκκλησίας και της ένταξής τους στον εκάστοτες εθνικό κορμό. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο κάθε έθνος-κράτος χρειάζεται και δημιουργεί την δικιά του εθνική εκκλησία. Στο κείμενο η εκκλησία προσεγγίσθηκε ως ένας ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους και αυτό είναι που αποκαλύπτει και τον ρόλο που παίζει μέσα στην ιστορία.
    Πέρα από αυτό θα ήθελα να κάνω ένα γενικό σχόλιο που άπτεται της κριτικής που τέθηκε και σε άλλα σχόλια που φιλοξενούνται στο ιστολόγιο. Μία βασική ανάγκη για την δημιουργία αυτού του βιβλίου είναι η ανάγκη να διδαχτούμε από την ιστορική εμπειρία. Και για να γίνει αυτό είναι σημαντικό να υπάρξει μία τοποθέτηση απέναντι στους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες και κάθε είδους αλυτρωτισμό. Πρώτον, οι εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες είναι αντίθετοι προς μία κοινωνικά απελευθερωτική προοπτική επειδή είναι αναγκασμένοι να στρέφουν τους εκμεταλλευόμενους του ενός έθνους απέναντι στου άλλου προκειμένου να «ελευθερώσουν» ή να «υπερασπιστούν» την πατρίδα. Δεύτερον, οι μορφές οργάνωσής τους θεσμίζονται σαν γραφειοκρατικοί πυρήνες, απόλυτα ιεραρχικοί, που θα αποτελέσουν τα κύτταρα των θεσμών της καινούργιας εξουσίας. Σε τελική ανάλυση οι εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες στοχεύουν στην κατάληψη της εξουσίας και στην υπεράσπιση της ανάπτυξης μίας «εθνικής» άρχουσας τάξης, ενός εθνικού κεφαλαίου, ενάντια στο ξένο κεφάλαιο. Τέλος, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι όπου κατάφεραν να απελευθερώσουν εθνικά το κράτος τους, όλα τα εθνικοαπελευθερωτικά μέτωπα, διατήρησαν τις παλιές τάξεις πραγμάτων, τις σχέσεις εκμετάλλευσης και κυριαρχίας.

    A general answer

    Τhe similarities and differences between populations of the nation-states can not be considered as something “given” or “static” but as something constructed, emphasized or mitigated in relation to the political circumstances. This is a basic argument that has been introduced in this book. Therefore, religion is a characteristic which there is no point in analyzing autonomously. Religions consist of an important element of every national state through their “formalization” by the church institution and their introduction in the core of every national identity. This is the reason why every nation-state needs to create its own national church. In this book, the church has been approached as an ideological mechanism of the state. Its role in history is being presented in this way. 

    Other than that, I would like to make one more general remark that relates also to criticism which has been made in other comments, hosted in the website. A basic need for the creation of this book is the need to be taught by our historical experience. And in order to do this it is important to express an opinion towards national-liberating struggles and any kind of irredentism. Firstly, national-liberating struggles function in contrast to a social liberating perspective because they are forced to turn the exploiters of one nation against the other in order to liberate or defend their homeland. Second, their forms of organization are institutionalized thus forming bureaucrat hierarchical cells, which will comprise the cell of the institution of the new authority that will be created. Thus, national-liberating struggles aim to take over power and to defend the development of a “national” upper class, a national capital, from the foreign capital. Finally, we must take under consideration that wherever national-liberating fronts managed to liberate nationally their state, they preserved the previous social order, thus the relationships of dominance and exploitation.